Τι ενεργειακό αποτύπωμα έχει ένα κτίριο; Πόσο «παθητικό» είναι; Πως μπορεί να γίνει πιο «πράσινο»; Τα ερωτήματα αυτά, απασχολούν όλο ένα και περισσότερο τις τελευταίες δεκαετίες τους θεσμούς σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Η ευαισθησία που επιδεικνύει σχεδόν το σύνολο των επίσημων φορέων τα τελευταία χρόνια προς την κλιματική αλλαγή, σε συνδυασμό με την απαίτηση υψηλής ποιότητας διαβίωσης των πολιτών -κυρίως- στα ανεπτυγμένα κράτη, αλλά και την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας στα αναπτυσσόμενα κράτη, έχουν φέρει την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων στο μικροσκόπιο της περιβαλλοντικής κοινότητας. Η αποδοτικότητα των κτιρίων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη, τόσο με την ποσότητα της ενέργειας που χρειάζονται για να ικανοποιήσουν τις λειτουργικές τους ανάγκες, όσο και με το ανθρακικό τους αποτύπωμα στο περιβάλλον. Με την έννοια λειτουργικές ανάγκες ενός κτιρίου εννοούμε, -μεταξύ άλλων- την ηλεκτρική και θερμική ενέργεια που πρέπει να καταναλωθεί, για να εξασφαλίσει την απαιτούμενη θέρμανση ή ψύξη του χώρου,το ζεστό νερό χρήσης, τον φωτισμό και τον εξαερισμό, έτσι ώστε να επικρατούν συνθήκες άνεσης και λειτουργικότητας
Χαρακτηριστικά, σήμερα υπολογίζεται [1] ότι τα κτίρια στην Ε.Ε., καταναλώνουν το 40% της συνολικής παραγόμενης ενέργειας, ενώ στον αντίστοιχο δείκτη οφείλεται το 36% του συνόλου των παραγόμενων εκπομπών CO2. Λαμβάνοντας υπόψιν ότι το 35% των κτιρίων στην Ευρώπη είναι άνω των 50 ετών και ότι οι σύγχρονες κατασκευές κτιρίων χρειάζονται έως και 20 φορές λιγότερα λίτρα πετρελαίου ανά τετραγωνικό μέτρο για τη θέρμανσή τους, γίνονται ευδιάκριτα τα περιθώρια βελτίωσης που υπάρχουν στον τομέα αυτό.

Υφιστάμενα κτίρια:

Οι παλαιότερες κατασκευές αφενός λόγω της περιορισμένης τεχνογνωσίας και αφετέρου λόγω της χαμηλής περιβαλλοντικής ανησυχίας των ανθρώπων κατά το παρελθόν, αποτελούν ανοιχτή πληγή στην προσπάθεια εξοικονόμησης ενέργειας που επιχειρείται σήμερα. Ο πενιχρός βιοκλιματικός σχεδιασμός, η χρήση χαμηλής ποιότητας υλικών κατασκευής, ο χαμηλής τεχνολογίας ηλεκτρομηχανολογικός εξοπλισμός, η παράλειψη θερμομόνωσης, η χρήση απλών υαλοπινάκων και κουφωμάτων, είναι τα συνηθέστερα χαρακτηριστικά ενός κτιρίου του παρελθόντος, που το καθιστούν σήμερα οικονομικά και περιβαλλοντικά ασύμφορο. Οι παράγοντες αυτοί αποτελούν πηγή υψηλών ενεργειακών απωλειών και κατ’ επέκταση απαιτήσεων, σε θέρμανση, ψύξη και ηλεκτρισμό.

Η ενεργειακή αναβάθμιση αποτελεί την πλέον ενδεικνυόμενη μέθοδο για τον μετριασμό του περιβαλλοντικού αντίκτυπου των κτιρίων αυτών. Μια σειρά από ενέργειες μπορούν να μετατρέψουν μια παλιά κατασκευή χαμηλής αποδοτικότητας, σε σύμμαχο για το οικοσύστημα και τον άνθρωπο. Η επένδυση του κελύφους του κτιρίου με θερμομονωτικά υλικά, η χρήση νέας τεχνολογίας υαλοπινάκων και κουφωμάτων, η χρήση μηχανισμών σκίασης, οι «έξυπνες τεχνολογίες», η τοποθέτηση ηλιακού συλλέκτη ή ακόμα και η αντικατάσταση του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού με αποδοτικότερες τεχνολογίες, είναι μερικές μόνο από τις πρακτικές που δύνανται να εφαρμοστούν σε ένα παλιό κτίριο για να γίνει πιο φιλικό προς το περιβάλλον.

Νέες κατασκευές κτιρίων:

Η βελτιστοποίηση του βιοκλιματικού σχεδιασμού, συμβάλλει ευθέως στην ελαχιστοποίηση των ενεργειακών αναγκών που έχει ένα κτίριο. Η εκμετάλλευση των κλιματικών χαρακτηριστικών της εκάστοτε περιοχής, η αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας ή άλλων ανανεώσιμων πηγών, η εγκατάσταση νέων ηλεκτρομηχανολογικών τεχνολογιών, η χρήση υλικών υψηλής ποιότητας, η θερμομόνωση και οι υαλοπίνακες νέας γενιάς, καθιστούν μια κατασκευή παθητική και αυτόνομη. Τα κτίρια αυτού του τύπου ελαχιστοποιούν τις ενεργειακές ανάγκες και απώλειες, μεγιστοποιώντας παράλληλα την αποδοτικότητα τους και αναφέρονται στο ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο ως «nearly zero-energy buildings».

Στρατηγική της ΕΕ:

Η ΕΕ τα τελευταία χρόνια, στα πλαίσια τόσο των περιβαλλοντικών στόχων που έχει θέσει , όσο και των δεσμεύσεων που έχει ανακοινώσει κατά τη συμφωνία του Παρισιού για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής έχει τοποθετήσει ψηλά στην ατζέντα της το ζήτημα την ενεργειακής αναβάθμισης των υποδομών της. Το γεγονός αυτό πιστώνει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, το ρόλο που διαδραματίζει ο δείκτης των κτιρίων στην κατανάλωση ενέργειας και την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου. Η ΕΕ, εντατικοποιεί τον προγραμματισμό της προς αυτή την κατεύθυνση με την έκδοση δύο οδηγιών σχετικών με την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, το 2010 [2] και το 2012 [3].
Μέσα από τις οδηγίες αυτές, προωθεί μια σειρά μέτρων, με τα οποία καλούνται τα κράτη να εναρμονιστούν εντός χρονικών πλαισίων. Οι σημαντικότερες υποχρεώσεις στις οποίες καλούνται να ανταποκριθούν τα κράτη μέλη της ΕΕ στα πλαίσια των δύο αυτών οδηγιών είναι:
• Από το τέλος του 2020 όλα τα νέα κτίρια υποχρεούνται εκ της κατασκευής τους να είναι σχεδόν μηδενικών ενεργειακών αναγκών (nearly zero-energy buildings), ενώ για τις κρατικές ιδιοκτησίες, το χρονικό περιθώριο περιορίζεται στο τέλος του 2018.
• Όλες οι διαφημίσεις αγοράς ή ενοικίασης κτιρίων υποχρεούνται να εμπεριέχουν την πιστοποίηση της ενεργειακής τους απόδοσης.
• Όλα τα Κράτη-Μέλη της ΕΕ καλούνται να θεσπίσουν συστήματα επιθεώρησης για συστήματα θέρμανσης και κλιματισμού.
• Οι κυβερνήσεις καλούνται θα θέσουν κατώτατες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης κτιρίων, σε νέες κατασκευές, μεγάλες ανακαινίσεις και μετασκευές κτιρίων και χώρων.
• Τα κράτη πρέπει να να συντάξουν λίστα οικονομικών μέτρων που θα προορίζονται για η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων.
• Οι κυβερνήσεις οφείλουν να προχωρήσουν άμεσα στην ανακαίνιση ενεργειακής αναβάθμισης, τουλάχιστον του 3% της κρατικής ιδιοκτησίας.
• Τα Κράτη-Μέλη καλούνται να πραγματοποιήσουν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για τη στρατηγική ενεργειακών αναβαθμίσεων των κτηρίων.

Καταλήγοντας είναι σημαντικό να αναφερθούν ορισμένες τεχνοκρατικές απόψεις [4] επί του θέματος της ενεργειακής αναβάθμισης της ΕΕ. Συγκεκριμένα υποστηρίζεται από αναλυτές ότι μια εντατικοποιημένη χρηματοδότηση τόσο από την ένωση σε μορφή επιδοτήσεων, όσο και από τις ευρωπαϊκές τράπεζες σε μορφή δανείων στον τομέα αυτό, μπορεί να επιφέρει εκτός από περιβαλλοντική ανακούφιση και άμεση τόνωση της οικονομίας. Με την διοχέτευση κεφαλαίου στις αγορές των κρατών, ανοίγει ένας νέος μεγάλος κύκλος εργασιών με τοπικό πρόσημο, ο οποίος θα μπορούσε να λειτουργήσει αναλγητικά ιδιαίτερα σε οικονομίες που βρίσκονται σε επενδυτικό κορεσμό.
Οι κτιριακές κατασκευές και οι λειτουργικές τους ανάγκες, έχουν σημαντικό μερίδιο στην κατανάλωση ενέργειας και την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου της Ευρώπης, έννοιες συνυφασμένες με την κλιματική αλλαγή. Ως εκ τούτου η ενεργειακή αποδοτικότητα των κτιρίων ως βασική παράμετρος περιβαλλοντικής προστασίας και αειφόρου ανάπτυξης, αναμένεται να απασχολήσει τους ευρωπαϊκούς κρατικούς μηχανισμούς ακόμη πιο έντονα τα επόμενα χρόνια. Μπορεί όμως κανείς να πει με βεβαιότητα ότι όλα όσα γίνονται, επαρκούν για να καταστήσουν το ανθρώπινο αποτύπωμα βιώσιμο; Όχι, ωστόσο ένα πράγμα είναι βέβαιο. Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο.

Παραπομπές:
[1] European Commission. Διαθέσιμο σε: https://ec.europa.eu/energy/en/topics/energy-efficiency/buildings (Ανακτήθηκε 17 Δεκεμβρίου, 2017).
[2] EU, E. (18 Ιουνίου 2010). Energy Performance of Buildings. Official Journal of the European UnionDIRECTIVE 2010/31/EU. Διαθέσιμο σε: http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EN/TXT/?uri=celex:32010L0031 (Ανακτήθηκε 17 Δεκεμβρίου 2017).
[3] EU, E. (14 Νοεμβρίου 2012). Energy Efficiency. Official Journal of the European Union DIRECTIVE 2012/27/EU. Διαθέσιμο σε: http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EN/TXT/?uri=CELEX:32012L0027 (Ανακτήθηκε 17 Δεκεμβρίου 2017).
[4] Joyce, A. (Δεκέμβριος 2017). Building renovation can become ‘Europe’s biggest jobs programme’. EURACTIV. Διαθέσιμο σε: http://www.euractiv.com/section/energy/opinion/building-renovation-can-become-europes-biggest-jobs-programme/ (Ανακτήθηκε 15 Δεκεμβρίου, 2017).

Του Ορέστη Μάτσα

Δημοσιεύτηκε στο thesafiablog.com

Κατηγορίες: Ενέργεια

0 σχόλια

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *